Νικόλας Ανδρουλάκης: “Αν δεν πας εσύ τους ρόλους σου, θα σε πάνε εκείνοι”

2024-01-29

Γράφει ο Βασίλης Τσερτσίδης


Ο Νικόλας Ανδρουλάκης, πέρα από δραματουργός, σκηνοθέτης και ηθοποιός, είναι ένας ιδιαίτερος άνθρωπος. Ξέρει τι να πει, πώς θα το πει, αλλά -κυρίως- γιατί θα το πει. Είχε τη μεγάλη καλοσύνη να μου παραχωρήσει μία τηλεφωνική συνέντευξη, με αφορμή τη παράσταση "Ο Ηλίθιος" στο Θέατρο Αυλαία. Δίχως να έχω να γράψω κάτι περαιτέρω, έχοντας μείνει εμβρόντητος από τη  κρυφή ματιά που "έριξα" μέσα στο καλοσχεδιασμένο μυαλό του, παραθέτω τη συνέντευξη. Απολαύστε τον...


Νικόλα, σε προηγούμενη δήλωση σου, ανέφερες πως ο «Ηλίθιος» βασίζεται σε ένα καινούργιο είδος θεατρικής προσέγγισης, το επονομαζόμενο «Θέατρο της Πραγματικότητας». Θα μπορούσες να εξηγήσεις τις πτυχές αυτού του νέου θεατρικού είδους;

Ουσιαστικά, η μέθοδος που αναπτύσσουμε εδώ και πέντε χρόνια ξεκίνησε, όπως τις περισσότερες φορές, χωρίς να έχουμε καταλάβει ότι έχει ξεκινήσει. Από την πρώτη μας συνεργασία με την Αντιγόνη (Σταυροπούλου), με την οποία είμαστε πια συνιδρυτές της ομάδας, πειραματιστήκαμε τότε, όταν μου είχε δώσει το ελεύθερο η (Λένα) Κιτσοπούλου να κάνω ο,τι ήθελα με τη «Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α» το 2018, έναν μονόλογο, ο οποίος επί της ουσίας είναι ένα κείμενο, αλλά έχει εκδοθεί. Είναι σαν να λέμε ένα αφηγηματικό διήγημα, σε πρώτο-δεύτερο ενικό κτλ. Οπότε, ξεκίνησε η διαδικασία με τη βαθιά δική μου ανάγκη να μετατρέψω σε δομική πραγματικότητα το περιεχόμενο που βίωνε η ηρωίδα. Αντί να ακολουθήσουμε, είτε με καθαυτό το κείμενο είτε με αυτοσχεδιασμούς είτε με παράφραση (γιατί μιλούσαμε για μια αντιστροφή, ήταν ανδρικός ο δικός μου ήρωας), αντί, λοιπόν, να ακολουθήσουμε τη δομική διαδρομή της αφήγησης, μέσα από τη ψυχεδέλεια που βίωνε αυτή η συγκινητικά κωμική, αυτοχειριακή συνθήκη του έργου της, εμείς ξεκινήσαμε να πειραματιζόμαστε στο «παρα τσαφ» της πρεμιέρας, μάλιστα, με μια βαθιά ανάγκη να το εξερευνήσουμε αυτό με τη δομική ειλικρίνεια της ψυχικής κατάστασης του ήρωα. Άρα, στη πρώτη μας απόπειρα, κάναμε μια κβαντική προσέγγιση που, εκ των υστέρων, πέντε χρόνια πια, έχει ξεδιπλώσει ένα ολόκληρο σύμπαν, με δεκάδες ηθοποιούς. Πρόσφατα, ήμαστε στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, κάναμε εκεί μία παράσταση και μία διάλεξη και εργαστήρια σχετικά με τη μεθοδολογία αυτή, με αφορμή και το «Περίσσιο παιδί» του αγαπημένου φίλου Θανάση Τριαρίδη, το οποίο είναι ένα αφήγημα με το οποίο έχουμε καταπιαστεί. Θα σου πω, λοιπόν, ότι ξεκίνησε από μία βαθιά ανάγκη χειραφέτησης των ηρώων, υπάρχει μία διασταύρωση αυτού που έχουμε μάθει να λέμε «αυτοσχεδιαστικό θέατρο», το «θέατρο της επινόησης», το «θέατρο ντοκουμέντο», το «ψυχόδραμα» με μία σπουδή, στην οποία επί της αρχής λέμε ότι με τη «καλημέρα» η εντελέχεια του Αριστοτέλη εκπληρώνει τη τελική παράσταση πριν ξεκινήσει καν η πρώτη πρόβα. Για εμάς, σιγά σιγά, με μία σπουδή στο φιλοσοφικό υπόβαθρο αυτού του οποίου είναι υλικό μελέτης μας, είτε είναι η Λούλα Αναγνωστάκη είτε είναι ο Ντοστογιέφσκι ή ο Ίψεν ή ο Όσκαρ Γουάιλντ ή η ίδια η Αντιγόνη Σταυροπούλου με την οποία έχουμε κάνει έργο που συνέγραψα εκεί που γνωριστήκαμε, στο «Στούντιο Συγγραφέων Εθνικού Θεάτρου», όποιο κι αν είναι το υλικό, χειραφετούμε τους ήρωες να μπορούν με ερμηνευτικές μεθόδους, όπως συνηθίζεται μέσα από την ποίηση που φέρνει ο τρόπος που εργάζονται φτασμένοι ηθοποιοί στο Χόλυγουντ από το «Actors Studio», να «ζουν» και να ερμηνεύουν ρόλους για μήνες, να εξερευνούν υλικά, τα οποία, όμως για αυτούς είναι ένα υλικό απόδοσης της ερμηνείας επί του έργου. Σε εμάς, χειραφετείται ο ήρωας και δημιουργεί πρωτογενώς το έργο. Δεν είναι μόνο μία ερμηνευτική οδός για να βιώσουμε καθ' ολοκληρίαν τον ήρωα. Η σπουδή αυτή χειραφετεί τους ήρωες και μπορούν να δημιουργούν επ' αόριστον το πεπρωμένο τους. Άρα, υπάρχουν χίλιοι δρόμοι για να πας στη Ρώμη. Με αυτή τη διαδικασία δε κάνουμε αναπαραστατικό θέατρο από το 2018, δεν έχουμε κάνει ποτέ δεύτερη παράσταση που να είναι από μνήμης. Είναι μία αέναη σπουδή που φέτος, εγώ, στον Ηλίθιο, την πάω ένα βήμα παραπέρα, στον «φακιρισμό» του να την βγάζω από την ασφαλή συνθήκη της κυνικής πραγματικότητας και να μπορώ με αυτό να λέω ότι ο κόσμος που γνωρίζω στον δρόμο, οι σχέσεις που βιώνω οικογενειακά, προσωπικά, ερωτικά, φιλικά, συνεργατικά, ότι έχουν ως «πρίσμα» τον θεμελιώδη ρόλο του «Ηλίθιου», όπως μπορούμε να πούμε ότι είναι ο θεμελιώδης ρόλος του «γιού», της «κόρης», της «μάνας», του «πολίτη» κτλ.

Οπότε, Νικόλα, εφόσον καθημερινά «συντροφεύεις» τον «Ηλίθιο», αλλά κι εκείνος εσένα, συμπίπτει η ορολογία «method acting» ή πρόκειται για κάτι διαφορετικό;

Προσπαθούμε να δημιουργούμε κάτι εγγενώς καινούργιο και παρθένο, με τον ίδιο τρόπο που προσπαθώ να μελετώ τα έργα καθαυτά. Για εμένα τουλάχιστον, έτσι όπως εμένα μου αρέσει να λειτουργώ και να εργάζομαι, θα ήταν σαν να κυνηγούμε την ουρά μας, εάν προσπαθούσαμε να κάνουμε «mix and match», δεν έχει καμία σχέση με κάτι τέτοιο. Έχοντας σπουδάσει τα υλικά με την ίδια διαδικασία που μπορείς να σπουδάσεις 900 σελίδες Ντοστογιέφσκι μετά χειραφετείσαι, το αφήνεις όλο να «ησυχάσει» και δημιουργείς κάτι εντελώς καινούργιο πρωτογενώς. Οπότε, η μέθοδος μας βασίζεται στη βίωση. Αυτή η βίωση χειραφετεί τον ήρωα να μπορεί να είναι ελεύθερος να λέει και να πράττει ό,τι θέλει, με όποιο μανιφέστο έχει δημιουργήσει και συν εξελίσσει καθημερινά. Γι' αυτό και στα εργαστήρια πια, όπου προχωρούμε και εξελίσσουμε και με την Αντιγόνη, σε ηλικίες από πέντε μέχρι 75 ετών, δημιουργείται σταδιακά και μία πρακτική, η οποία μπορεί να έχει την εφαρμογή της, είτε θες να δημιουργήσεις έναν σκηνικό ήρωα είτε θες να βοηθήσεις και να εξελίξεις τους δικούς μας ρόλους της δικής μας κανονικότητας.

Άρα, μιλάμε για κάτι συνεχώς εξελισσόμενο, οπότε ο όρος «methodacting» καθίσταται άτοπος.

Η προσέγγιση μας δεν έχει καμία ανάγκη από τέτοιου είδους ειδικό βάρος. Με τον ίδιο ακριβώς δομικό τρόπο που θα εργαζόμουν με έναν καταξιωμένο ηθοποιό, πιθανόν πολύ μεγαλύτερο από εμένα σε ηλικία, με τον ίδιο τρόπο μπορεί να εργαζόμουν με έναν ερασιτέχνη που δεν αποσκοπεί στο «μετιέ» που λέμε θεωρητικά, στο αποτέλεσμα να έχει τη «βιρτουοζιτέ». Δομικά είναι ακριβώς η ίδια διαδρομή,

Αληθεύει ότι απείχες έναν χρόνο από την κατανάλωση αλκοόλ, ούτως ώστε να μην επηρεαστεί η διαύγεια, η πνευματική σου καθαρότητα για να αντιμετωπίσεις τις ανάγκες που θα «ξεπηδήσουν» από τη συνθήκη του ρόλου;

Επί της ουσίας είναι το αντίστροφο, αλλά αυτό μετά δημιουργεί ένα σχήμα «69», είναι σαν το σχήμα του απείρου. Μέσα από την σπουδή μου όλα αυτά τα χρόνια στο θέατρο, έχω παρατηρήσει κάτι το οποίο πια είναι σε φιλοσοφικό επίπεδο και, εν πολλοίς, μπορεί να καλύπτει και φαινόμενα που ιστορικά έχουμε δει στον χώρο της ερμηνείας, όπως και της καλλιτεχνίας συνολικά. Εάν δεν «πας» εσύ τους ρόλους σου και μέσα από αυτήν την ανάληψη λόγου να έχεις το περιθώριο της συγκίνησης – άρα με μανιφέστο από την αρχή- είναι θα σε «πάνε» εκείνοι. Πολλές φορές πορευόμαστε με μια «ευκαιριακότητα», αυτό που εγώ συχνά λέω «φασεϊσμό», δηλαδή «όπου με πάει το ρεύμα, όπου με πάει το κύμα» Θα σου πω, λοιπόν, ότι λειτούργησε η ανάγκη μου των τελευταίων ετών, η οποία είναι πολύ νωρίτερη από την σπουδή μου πάνω στον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι, ως εφαλτήριο να εμπνευστώ ποιο υλικό είναι αυτό, όπως τα προηγούμενα δύο-τρία χρόνια είχα καταπιαστεί με την αντι-ηρωικότητα του κόσμου του Όσκαρ Γουάιλντ στο «Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι», έχοντας εκεί με μία μεγάλη ομάδα ηθοποιών μια queer λέσχη «γάτων» -έτσι το λέγαμε εμείς-, λούτρινων γάτων του Όσκαρ Γουάιλντ, σαν ένα σύγχρονο, υπόγειο «Fight Club» εκτόνωσης για να μην γίνουμε «Ντόριαν Γκρέι». Άρα, από έναν ήρωα, η μελέτη του οποίου ήταν η αντίρροπη της ευτυχίας, εδώ ήταν πολύ συνειδητή η δική μου επιλογή ενός ρόλου που συνομιλεί με τις βαθιές μου επιθυμίες. Κόβοντας το τσιγάρο το 2020 στην τότε εξέλιξη του πώς θέλω να πορευτώ μετά τα 30 μου, κουβαλώντας στη πλάτη μου κρίσεις θυμού, κρίσεις πανικού, διαταραχή άγχους, τη ψυχοθεραπεία μου και όλη μου την εξέλιξη, συνειδητοποίησα ότι τα «ενοχικά» κανάλια έχουν ανάγκη ελευθερίας. Όπως συνειδητοποίησα αυτό που δεν μας αρέσει να το λέμε και πολύ και οι διαφημίσεις το έχουν στα ψιλά γράμματα, αλλά όλος ο δυτικός κόσμος, εν πολλοίς, έχει αλκοολικά στοιχεία. Οι Κρητικοί πίνουν, οι Ιταλοί πίνουν, οι Ιρλανδοί πίνουν, οι Ρώσοι πίνουν. Χρειάζεται να δούμε ότι, κλινικά αυτό που δεν αρέσει σε χορηγούς, δεν αρέσει στη πιάτσα, δεν αρέσει σε κανέναν μας είναι ότι ο κρυφός αλκοολισμός, πριν φτάσει ένας άνθρωπος να είναι έτσι όπως τον «βιώνουμε» ο συγκεκαλλυμένος αλκοολισμός είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό διακύβευμα. Όταν εγώ δεν ήμουν καλά σε νεότερη ηλικία -η σύγχυση, το στρες «επιτοκίζονται» από το αλκοόλ- αποφάσισα, σε συνομιλία με τη ψυχοθεραπεύτρια μου να κάνω κάτι. Και κάπως συνέπεσε τελικά, το «αντιδάνειο» που κάνω στον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι, από τη στιγμή που θέλω να επικοινωνήσω αυτό που είναι η φιλοσοφική μου θέση πάνω στο έργο, ότι δηλαδή ο νήπιος εαυτός των πέντε-έξι ετών, το σημείο ισορροπίας όπου το παιδί έχει πια τις λέξεις, μπορεί να εκφραστεί και, πιθανά, δεν έχει προλάβει ακόμα η κοινωνία, η οικογένεια, ο περίγυρος να του μάθει την αρχή της δολιότητας, ότι ο γρηγορότερος δρόμος δεν είναι η ευθεία αλλά το ψέμα. Το παιδί έχει πλήρη αντίληψη όταν παίζει «κλέφτες και αστυνόμους» ή τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη ή τον καουμπόι ότι αυτό είναι στα ψέματα. Την επόμενη φορά μπορεί να γυρίσει κανονικά και να συνεχίσει να πάει να φάει το παστίτσιο που έχει φάει η μαμά του. Αν το παιδί δεν έχει αντίληψη αυτού –και μπορείς να το παρατηρήσεις αυτό- τότε το παιδί χρειάζεται άμεσα βοήθεια. Η απόφαση, για να «κλείσω», να απέχω από το αλκοόλ συνειδητά, εγώ που είχα συνειδητοποιήσει ότι και μετά τη καραντίνα, όπως πολλοί άλλοι άνθρωποι, έβαζα ένα ποτάκι για να χαλαρώσω το βράδυ. Η καθημερινή χρήση αλκοόλ θα ήταν μία προδοτική θέση, σε έναν κόσμο που, για εμένα, είχα ανάγκη να βιώσει αυτά τα υλικά. Κάπως έτσι βρέθηκα να είμαι και στα πιο «παχιά» μου και τώρα θέλω να κάνω μία σωστή διατροφή και έτσι συναντήθηκα, με έναν τρόπο, και με τον προέφηβο Νικόλα, ο οποίος τότε είχε και ένα θέμα υγείας, με τον μεταβολισμό, και είχε πάρει κιλά. Με έναν τρόπο γίνεται μία πλήρης διαδρομή σε αυτή τη δική μου, προσωπική βιογραφική παιδικότητα.

Υπάρχει κάποιο διακριτό στοιχείο που να χωρίζει εσένα από τον «Ηλίθιο»; Έχεις παρατηρήσει κάποιες συμπεριφορές που δεν υπήρχαν πριν αναλάβεις το έργο και τον ρόλο; Σε έχει επηρεάσει η επαφή σου με τον ήρωα για να κοιτάς κάπως διαφορετικά τον κόσμο;

Όταν αναπτύσσω αυτό που θέλει ο «Ηλίθιος», όπως ο πρίγκηπας Μίσκιν αφικνείται στη Αγία Πετρούπολη και αρχίζει να προσπαθεί να συνομιλήσει με έναν κόσμο, προσπαθώ πράγματι να γνωρίσω ανθρώπους. Έχω δημιουργήσει ένα παραστατικό υλικό στο οποίο μπορώ να καλέσω τον οδηγό ταξί που με πήρε από το αεροδρόμιο, τη κυρία Μαρία που ήταν δίπλα μου στο αεροπλάνο, ένα 19χρονο πιτσιρίκι. Στη πρεμιέρα, στη Θεσσαλονίκη, είχαμε ένα 10χρονο παιδί μέσα στο θέατρο. Με ρώτησε η μαμά του στο Instagram «Μπορώ να τη φέρω;» και της είπα είναι μοιραίο υλικό αυτό, ο δικός μου «Ηλίθιος, εφτά-οκτώ μήνες τώρα έχει εστιάσει μοιραία –με τύχη και βούληση μαζί- σε έναν κόσμο συμπεριληπτικής, ενιαίας εκπαίδευσης και παιδαγωγικής στα παιδιά. Λέω στον εαυτό μου «Κοίτα να δεις, δε το περίμενα» γιατί κανείς δεν θα σκεφτόταν να φέρει ένα παιδί έκτης δημοτικού-πρώτης γυμνασίου στο θέατρο, σε βραδινή παράσταση, να δει Ντοστογιέφσκι. Αλλά να που τελικά λειτούργησε υπέροχα, έγινε μια μεγάλη γιορτή. Θα σου πω ότι ο «Ηλίθιος» του Ντοστογιέφσκι μου δίνει το «κλειδί» του μίγματος αγαθοσύνης και αυτοπεποίθησης να πράττω υλικά που διαφορετικά δεν θα έκανα.

Ένα άλλο παράδειγμα είναι όταν ήμουν στο μπαλκόνι μου και άκουγα από κάτω έναν άνθρωπο να τσιρίζει, μία υστερική τσιρίδα για ώρα, ένας τσακωμός. Κατεβαίνω, πάω να φύγω και βλέπω έναν γνωστό μου, συνομήλικο μου, νέο Έλληνα, σκηνοθέτη του θεάτρου. Καταλαβαίνω ότι αυτός ήταν που τόση ώρα άκουγα και φαντάζομαι από «θραύσματα» που άκουγα ότι επρόκειτο για μια συνεργατική σύγκρουση. Ο «σκέτος» Νικόλας θα του έκανε, όπως του έκανα, έναν χαιρετισμό από μακριά και θα έφευγε. Όπως πάω να φύγω, κάνω μία παύση, παίρνω μία εισπνοή –φοβερή σύμπτωση ότι πήγαινα σε μία συνεδρία ψυχοθεραπείας- και λέω ότι ο «Ηλίθιος» δεν γίνεται αυτό να το αφήσει να «φύγει», αφού τόση ώρα έχω καταλάβει τι γίνεται. Γυρνάω, πάω κατά πάνω του, στην αρχή σαστίζει. Ευγενικά μπαίνω στον ζωτικό του χώρο, τον πλησιάζω, μυρίζω την «ιδρωτίλα» του για να στο πω πιο ανθρώπινα, μπαίνω στο αφτί του και του ψιθυρίζω, σαν να ήταν ο κολλητός μου ή ο αδελφός μου, για μην με ακούσει και ο άνθρωπος με τον οποίον τσακωνόταν.

«Αδελφέ μου, σε ακούω τόση ώρα από το μπαλκόνι και καταλαβαίνω την αγανάκτηση του δίκαιου λόγου σου». Κάνει παύση και έχει μείνει αποσβολωμένος, αλλά και «ανοικτός». Είχα μπει στα βαθιά, είχα αυτοπεποίθηση σε αυτό. Του το επαναλαμβάνω: «Κατανοώ την αγανάκτηση του ορθού σου λόγου, αλλά χρειάζεται να δώσεις την ευκαιρία να κατανοήσει και ο άλλος αυτόν σου τον ορθό λόγο. Διότι, αν σου πω εγώ τι βίωνα τόση ώρα, είναι ότι αυτός πιθανότατα να έχει δίκιο.» Όταν έχει χαθεί από τον ανεπτυγμένο υφολογικό χαρακτήρα –εκείνη την ώρα- ο δίκαιος λόγος και έχει φτάσει απλά να είναι ένας «υστεριαζόμενος» και άρα ο άλλος έχει φτάσει απλά να είναι ένας που υφίσταται σιωπηλή ψυχοθεραπεία, τελείωσε, πήγε περίπατο. Αυτό το υλικό, αυτής της ευγενικής, δραστικής παρεμβατικότητας δε θα το έκανα αν δεν είχα αυτή την αέναη, συνειδητή σπουδή σε αυτόν τον ήρωα, όπως κάποιος μετράει τα βήματα από το ρολόι στο χέρι του, όπως κάποιος άλλος έχει στο πίσω μέρος κάθε του πράξης μπορεί να έχει ποιο είναι αυτό που μπορεί να απολύσει ή να κερδίσει. Χρησιμοποιώ τον «Ηλίθιο» σε μία συνεχή αντιπαραβολή του τι οικοδομεί το αφήγημα και τι οικοδομεί την δική μου προσωπική εξέλιξη και ευτυχία, με βασικό και θεμελιώδες υλικό το ότι προσπαθώ, όσο μπορώ, με αέναη συγχώρεση σε ό,τι δεν λειτουργήσει, να οικοδομώ 24 ώρες το 24ωρο, ένα δραστικό σύμπαν σε κάθε μου δράση, σαν όλο να είναι μία αέναη παράσταση. Προσπαθώ να μην είναι καμία μου πράξη τέτοια που, αν υπήρχε η αόρατη κάμερα του «Truman Show» να είχα ντροπή, ενοχή, αποστροφή για κάτι. Αυτό, αν δεν το κάνεις με μία ελαφρότητα και μία συγχώρεση, μπορεί να σε οδηγήσει σε ψυχαναγκαστικά μοτίβα. Θα σου πω ότι αυτό δεν είναι ένας τυχάρπαστος «φακιρισμός», είναι μια σταδιακή, ευγενική σπουδή, αποδεχόμενη ότι όλο αυτό δεν είναι και παρά ένα παίγνιο, όπως τελικά είναι και η ζωή. Γι' αυτό σου είπα, δεν έχω ανάγκη την χρήση βαρύγδουπων όρων «method» για μάρκετινγκ κτλ. Στην εποχή που ζούμε, στη παγκόσμια εσωστρέφεια, την αγωνία και τις αλλαγές, όλοι ψάχνουν να γραπωθούν από ένα «μάρσιππο», ένα εύκολο αφήγημα. Δεν έχω ανάγκη από τέτοια εύκολα αφηγήματα, αλλιώς θα έκανα άλλα πράγματα στη ζωή μου.

Άρα, Νικόλα, τι σημαίνει να είναι κανείς «Ηλίθιος»; Ως θεατές της παράστασης, θα μας δοθεί η ευκαιρία να συμμετάσχουμε στην «ηλιθιότητα», αν θέλεις, του ήρωα και, ενδεχομένως, να επανεξετάσουμε ορισμένα θέματα που αφορούν τη καθημερινότητα μας;

Η παράσταση προσπαθώ να είναι –και πετυχαίνει αυτό εν πολλοίς λόγω της «ανοιχτάδας» και της αμεσότητας του έργου- αφετηρία. Αφετηρία που την εννοώ. Για όποιον ξέρει πόσο ουσιαστικός είναι ο προσωπικός, δημόσιος διάλογος που κάνω στην κοινωνική δικτύωση και πώς εγώ επιδιώκω, γιατί αυτό μ' αρέσει να κάνω στην ζωή μου, να εξελίσσουμε την καθημερινή μας επικοινωνία και σύμπλευση-συμπόρευση σαν «καθαυτό» και όχι να ζούμε το αέναο μαρτύριο του όλα να είναι μια διαδικασία επίτευξης κάποιου ύστερου στόχου. Άρα, λοιπόν, προσπαθώντας να ζήσουμε ότι η κόλαση και ο παράδεισος είναι εδώ ως καθαυτή εμπειρία κάθε μέρα όπου βρεθούμε και όπου σταθούμε, ο «Ηλίθιος» προσπαθώ να είναι μία αφορμή για το τέλος να φέρει και μία αρχή. Μπορούμε, να σου πω, να ανταλλάξουμε και τηλέφωνα με τους θεατές. Η παράσταση να είναι ένα φιλοσοφικό και συντροφικό εφαλτήριο, παρά να είναι μία απλή, ψυχαγωγική συνάντηση. Φυσικά και είναι πολύ σημαντικό να είναι και μία ψυχαγωγική συνάντηση και είμαι πολύ ευγνώμων που ήδη, από την αρχή αυτού του έργου, έχω δει ότι υπάρχει ανταπόκριση, μετά από ένα πρώτο ξάφνιασμα. Υπάρχει μία δυναμική μέσα στην αίθουσα, που δεν μπορείς να ξεχωρίσεις πότε πάει να γίνει «stand-up comedy» και πότε είναι μία βαθιά, σκληρή, κοινωνική απογύμνωση μέσα από την προσωπική αναφορά, τη προσωπική έκθεση. Θεωρώ, δηλαδή, ότι το «κοινό», «ηλίθιο» υλικό είναι η πίστη ότι η έκθεση, όχι όμως με μια δηκτική εκροή προς τα έξω -γιατί έχουμε μάθει πάντα να είναι μία φαλλική ράβδος που συνέχεια σκουντάει τους άλλους ανθρώπους- με την βαπτιστική εγκόλπωση, αν όντως είμαστε κολυμπήθρες οι άνθρωποι, το να δίνεις τον χώρο, την «ανοιχτωσιά», κάπου να δουν από τα νερά σου, είναι και η διαδικασία για την «βάπτιση» των εννοιών. Ειδικά των πιο δύσκολων εννοιών; Για εμένα, των πιο όμορφων. Τι είναι η αγάπη, τι είναι ο έρωτας; Τι είναι η λέξη εαυτός; Τι είναι η ψυχή; Τι εννοούμε «λόγο» στη σύγχρονη εποχή; Κάνω πολλές φορές αυτό το φιλοσοφικό παιχνίδι της «τσαχπινιάς» με φίλους και συνοδοιπόρους και με τους μαθητές μου σε κάποια εννοιολογικά ζητήματα. Όταν είναι ψυχολόγοι, τους ρωτώ τι σημαίνει ψυχή και τι σημαίνει λόγος. Υπάρχει πάντα μία ευγενική αμηχανία. Είναι πολύ ενδιαφέρον αυτό. Ήδη, η λέξη «συναίσθημα», έτσι όπως είναι δημιουργημένη σήμερα, αφήνει πάρα πολύ ζωτικό χώρο. Αν και όταν πράγματι η τεχνητή νοημοσύνη χειραφετηθεί και πει «έχω συνείδηση» εννοιολογικά ναι, «χωράει» να πούμε ότι η τεχνητή νοημοσύνη έχει συναίσθημα ή μπορεί να έχει συναίσθημα, έτσι όπως το έχουμε εμείς ορίσει. Έτσι όπως, εν πολλοίς, ο ορισμός χωράει και έναν κοινωνιοπαθή, έναν ψυχοπαθή άνθρωπο. Όσο κι αν μας είναι δυσεύρετο να αντιληφθούμε πού είναι αυτό το συναίσθημα, αυτή η συναίσθηση, αλλά και η λέξη που αρέσει πολύ τα τελευταία χρόνια στην ανθρωπότητα, η ενσυναίσθηση που, εν πολλοίς, είναι η παρουσία της συναίσθησης. Η παράσταση είναι μία τελετή που μπορεί να καταλήξει και πολύ βαθιά και συγκινητική. Είναι κάτι ζωντανό. Προσπαθώ να μην είναι ατελέσφορο.

Νομίζω ότι όλη η κουβέντα επιστρέφει στη λέξη κλειδί που ανέφερες, «αφετηρία», μία τελετουργική αφετηρία, η οποία θα παρακινήσει εμάς τους θεατές, αλλά κι εσένα, να προχωρήσουμε σε μία συνεχόμενη διαδικασία αλλαγής-εξέλιξης.

Το πιο σύνηθες που ακούω είναι το: «Όλο αυτό που κάνετε, όλα μα όλα αυτά, είναι αυτοσχεδιασμός; Τι κάνετε;» και απαντώ ως εξής; «Εσύ τώρα που μου μιλάς, όλη σου η ζωή είναι ένας αυτοσχεδιασμός; Δηλαδή έχει τον ψυχαναγκαστικό χειρισμό των δράσεων και των λέξεων σου από πίσω ή δημιουργείς ένα σύμπαν με ένα μανιφέστο και δρας στους επιμέρους στόχους και λόγους σου ως ένα ελεύθερο ον εν τω μέσω αυτής της πίστας;». Μία τέτοια πίστα είναι και η ζωή. Και αυτή είναι και η διαφορά που σε οδηγεί να πεις τι είναι μία πραγματικότητα. Μία πλήρης πραγματικότητα. Έχουμε κάνει 12ωρη παράσταση, υγεία να έχουμε, αλλά, με αυτή την σπουδή. αποσκοπώ να γίνει και πιθανώς 48ωρη, 72ωρη παράσταση, ακριβώς για αυτήν την ερευνητική διαδικασία του πώς μπορεί ο ήρωας να «κατοικεί» και να «κοινωνεί» τον ζωτικό του χώρο σε μία συνθήκη παραγωγής λόγου πια, όχι απλώς απόδοσης του.

Νικόλα, σε ευχαριστώ πολύ για την εξαιρετική και ποιοτική κουβέντα, ευελπιστώ όντως, μέσω της παράστασης, να γίνουμε όλοι κοινωνοί μίας τελετουργικής για τη ψυχή συνθήκης και να αναρωτηθούμε αν τα ήδη υπάρχοντα, θεσπισμένα όρια περί θεατρικών συμβάσεων μπορούν να μετακινηθούν. Καλή επιτυχία!

Εγώ σ' ευχαριστώ, περιμένω να τα πούμε και από κοντά!

© 2023 CADMUS.  Διατηρούνται όλα τα δικαιώματα.
Υλοποιήθηκε από τη Webnode Cookies
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε
Χρησιμοποιούμε τα cookies για να εξασφαλίσουμε την σωστή λειτουργία και ασφάλεια των ιστοσελίδων μας και για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήσης.

Προχωρημένες ρυθμίσεις

Μπορείτε να προσαρμόσετε τις προτιμήσεις σας για τα cookies εδώ. Ενεργοποιήστε ή απενεργοποιήστε τις παρακάτω κατηγορίες και αποθηκεύστε τις επιλογές σας.