Κριτική παράστασης «Μια νύχτα με τον σκύλο μου»

2024-02-03

Γράφει ο Βασίλης Τσερτσίδης


Το χθεσινό βράδυ, έγινα μάρτυρας μιας πέρα για πέρα αληθινής και συγκινητικής «εξομολόγησης», παρακολουθώντας τη πρεμιέρα του μονόλογου «Μια νύχτα με τον σκύλο μου» -σε σκηνοθεσία Ιωάννας Τάλμπη- στο Θέατρο "Sureal". Αξίζει να σημειωθεί πως το έργο «ανέβηκε» για πρώτη πανελλήνια φορά, παρουσία του ίδιου του συγγραφέα. Έχω την εντύπωση ότι το αποτύπωμα που άφησε στη ψυχή μου θα παραμείνει αναλλοίωτο για τα χρόνια που θ' ακολουθήσουν.

Πρόκειται για το τρίτο θεατρικό έργο του βραβευμένου συγγραφέα, Κώστα Λεϊμονή. Επικεντρώνεται στη μοναξιά που ταλανίζει έναν συνταξιούχο, ο οποίος έχει ως μοναδική συντροφιά έναν σκύλο, τον Ιβάν, αν και αυτό είναι αμφίσημο. Μολονότι δεν υπάρχει σκύλος στη παράσταση, ο πρωταγωνιστής απευθύνεται κυρίως στην ενδεδειγμένη θέση του καναπέ όπου κάθεται ο Ιβάν. Εξιστορεί τη ζωή του με τη πρώην γυναίκα του, αμφιταλαντεύεται για το εάν έχει πράγματι φίλους ή όχι, διερωτάται αν υπάρχει σήμερα ένα ποιοτικό επίπεδο ζωής, αμφισβητεί τη θέση του στο σύμπαν. Παρά τον ωφελιμισμό του, ο οποίος εκδηλώνεται μέσω της αγωνίας του να τηλεφωνήσει σε ανθρώπους που έχει να δει χρόνια, ίσα ίσα για να μειωθεί η μοναξιά του, ο αντι-ηρωισμός του εξισορροπείται τεχνιέντως.

Ο ρόλος του Ιβάν «σηκώνει» αρκετή συζήτηση, καθότι είναι «ανοικτός» για πάμπολλες ερμηνείες. Με εξιτάρει το γεγονός πως η δυναμική του κειμένου φρόντισε γι' αυτό, ένα κατόρθωμα που οφείλεται στη πένα του συγγραφέα. Ο Ιβάν θα μπορούσε κάλλιστα να είναι όλο το κοινό που παρακολούθησε τη παράσταση, εφόσον επιτελεί το ρόλο του ακροατή. Προσωπικά, ταυτίζω τον Ιβάν με τον ίδιο τον πρωταγωνιστή, κι αυτό συμβαίνει εξαιτίας του τέλους, το οποίο και δεν πρόκειται να «προδώσω», οπότε θα κινηθώ κυκλωτικά. Μέσα από την αφήγηση, μαθαίνουμε πως είναι αρκετά πληγωμένος από τη πορεία της ζωής του, εξαιτίας της εγκατάλειψης από τη γυναίκα του, την έλλειψη ουσιώδους φιλίας και την γενικότερη υποβάθμιση της καθημερινότητας του. Η υπαρξιακή κρίση που βιώνει έχει τις «ρίζες» της σε ανεπούλωτα τραύματα, θαμμένα από καιρό. Κατά συνέπεια, προκειμένου να έρθει αντιμέτωπος με τη ζοφερή του πραγματικότητα, έπρεπε να περάσει από το στάδιο της σκληρής «αυτο-εξομολόγησης». Ο Ιβάν ίσως ήταν ένα κομμάτι του εαυτού του που παρέμενε ερμητικά κλειστό, ένα μέρος με το οποίο ενδέχεται να συμφιλιώθηκε λίγο πριν το τέλος.

Με ιντριγκάρει επίσης και η ερμηνεία που τοποθετεί την ύπαρξη του χαρακτήρα σε μια κατάσταση "limbo". Σύμφωνα με τη Καθολική θεολογία, στην εν λόγω μεταφυσική, προσωρινή κατάσταση βρίσκονται όσοι άνθρωποι έχουν ήδη πεθάνει, χωρίς να τους έχει δοθεί μια θέση στον Παράδεισο ή την Κόλαση. Κάτι σαν προθάλαμος πριν παρθεί η τελική απόφαση για τη μοίρα της ψυχής τους. Ο ήρωας, μιας και έχει εγκαταλείψει το θνητό του «κοστούμι», αναλογιζόμενος πια την απειροελάχιστη θέση που καταλαμβάνει το ανθρώπινο είδος μέσα στο αχανές σύμπαν, προβαίνει σε μια πολυπόθητη εξιστόρηση για ν' αποκτήσει μια καινούργια κατεύθυνση, αν θα «βασανίζεται» αιωνίως από τις πληγές του παρελθόντος ή αν θα επέλθει η εξαγνιστική κάθαρση. Άλλωστε, ο ενδιαφέρον, σουρρεαλιστικός τρόπος με τον οποίο επέλεξε να προσεγγίσει σκηνοθετικά το έργο η Ιωάννα Τάλμπη, αφήνει περιθώριο για τέτοιου είδους ερμηνείες. Παρότι βλέπουμε τον πρωταγωνιστή να τηλεφωνεί σε πρόσωπα και να μιλάει -μόνος του και εκτός σκηνής- με κάποιον στην εξώπορτα του σπιτιού, δεν υπάρχει κανένας άλλος ρόλος. Μόνο ένας, ο οποίος, ως άλλη αιθέρια, υπερφυσική παρουσία, εισέρχεται στον προσωπικό χώρο του ήρωα για ένα σύντομο πέρασμα, ίσως μια ακόμη περιφερόμενη ψυχή που ψάχνει τον δρόμο της.

Ο Δημήτρης Κωνσταντινίδης, παραμερίζοντας το εμφανές άγχος του στα πρώτα λεπτά, κατόρθωσε με τον χειμαρρώδη λόγο του, την εκφραστικότητα του προσώπου και τις απότομες, εντυπωσιακές εναλλαγές μεταξύ γέλιου και κλάματος να μας χαρίσει μια καθηλωτική, συγκινητική ερμηνεία ενός ανθρώπου που, είτε λίγο είτε πολύ, είναι ο καθένας από εμάς, με όλα τα συμπαρομαρτούντα. Τύψεις, αγωνία, τραύματα, εγωισμός, ανάγκη για ζωή, για ανάσα, για συντροφικότητα, για συμπόρευση. Πράγματι εννοούσε και αισθανόταν όσα έλεγε, δεν διάβαζε ένα απλό κομμάτι χαρτί. Σύσσωμη η ομάδα που πλαισίωνε το έργο απέπνεε την αίσθηση της οικογένειας, δίχως φόβους και πάθη, δίχως έριδες για προσωπική προβολή. Όλοι οι συντελεστές, έχοντας κατορθώσει το θεμιτό επίτευγμα της ψυχικής σύνδεσης, παρουσίασαν χθες μια εξαιρετική παράσταση. Τους ευχαριστώ θερμά για την εμπειρία!

© 2023 CADMUS.  Διατηρούνται όλα τα δικαιώματα.
Υλοποιήθηκε από τη Webnode Cookies
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε